Αίτηση ακύρωσης κατά "Νέων Οδικών Αξόνων Αττικής"

Νέα - Δράσεις Δημοσίευση:

Αίτηση ακύρωσης κατά "Νέων Οδικών Αξόνων Αττικής"

Η Φιλοδασική Ένωση Αθηνών κατέθεσε αίτηση ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) που υπογράφτηκε στις 24-8-09 και αφορά την συνολική της αντίθεση στην Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων των «Νέων Οδικών Αξόνων Αττικής».

Οι βασικές ενστάσεις που έχει η Φιλοδασική Ένωση Αθηνών με την Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αναλύονται παρακάτω:

Η σύνδεση του έργου με την τεραστίων διαστάσεων οικολογική καταστροφή που προκλήθηκε στην Πάρνηθα το 2007 αλλά και στη ΒΑ Αττική το 2009, έγκειται στην έννοια του περιαστικού πρασίνου. Με την απώλεια και υποβάθμιση λόγω πυρκαγιών των δασών της Πάρνηθας , της Πεντέλης και της ΒΑ Αττική, και λαμβάνοντας υπόψη ότι θα χρειαστούν δεκάδες χρόνια για να επουλωθούν οι πληγές στις προαναφερθείσες περιοχές (αν τους δοθεί η ευκαιρία από την ελεύθερη βόσκηση και τις παράνομες οικιστικές επεκτάσεις), ο κύριος πνεύμονας της Αττικής είναι πια ο Υμηττός και ειδικότερα το Αισθητικό Δάσος Καισαριανής. Όμως, το έργο των Νέων Αυτοκινητοδρόμων Αττικής έρχεται τώρα να υποβαθμίσει αυτόν τον τελευταίο πνεύμονα , καταστρέφοντας ένα μεγάλο τμήμα του Αισθητικού Δάσους Καισαριανής στην περιοχή του Σακέττα και με τη διέλευσή του κατακερματίζει το οικοσύστημα. Σήμερα οφείλουμε να δώσουμε προτεραιότητα στα περιαστικά δάση, τόσο για το αναγκαίο από πλευράς υγιεινής και αισθητικής περιβάλλον μιας πόλης, όσο και για την καθημερινή ζωή των πολιτών της. Διότι οι εργαζόμενοι πολίτες, οι οποίοι δε διαθέτουν ούτε χρήμα ούτε χρόνο, μόνο σε αυτά τα συστήματα μπορούν να κατευθυνθούν για ψυχαγωγία, ανάπαυση και επαφή με τη φύση. Όταν ο πολίτης της Αθήνας, δεν μπορεί να πάει πια για αναψυχή στην Πάρνηθα, στην Πεντέλη ή στον Μαραθώνα, λόγω τον καμένων εκτάσεων, έχει μόνο τα περιαστικά δάση του Υμηττού να στραφεί. Η κατασκευή του συγκεκριμένου έργου με τις επιπτώσεις που έχει (τις οποίες αναλύουμε παρακάτω) κάθε άλλο παρά εξυπηρετεί την αρχή της αειφορίας.

Η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων περιορίζεται στις επιπτώσεις όσον αφορά την κατάληψη του χώρου. Ένα επίσης σημαντικότατο πρόβλημα που θα δημιουργηθεί από τον κόμβο Σακέτα και τον οποίο η ΜΠΕ δεν λαμβάνει υπόψη, είναι η υποβάθμιση του όλου ευρύτερου περιβάλλοντος χώρου ο οποίος έχει χαρακτηριστεί και προστατεύεται ως Αισθητικό Δάσος. Αισθητικό Δάσος κηρύσσεται δάσος η φυσικό τοπίο που έχει ιδιαίτερη αισθητική, οικολογική και τουριστική σημασία και επιβάλλεται η προστασία της πανίδας, της χλωρίδας και του ιδιαίτερου φυσικού κάλλους του. Η βλάστηση, η ομορφιά του τοπίου, η ύπαρξη αξιόλογης χλωρίδας και πανίδας, οι γεωμορφολογικοί σχηματισμοί, ρέοντα ύδατα ή ρέματα (όπως στην περίπτωσή μας του Ηριδανού) είναι μεγάλης αξίας και προσφέρονται για αναψυχή. Η δημιουργία του φαραωνικού κόμβου Σακέτα, η διέλευση του έργου από το Αισθητικό Δάσος και η εισβολή τεχνητών στοιχείων (όπως η κατασκευή γεφυρών στο ρέμα του Ηριδανού) καταστρέφουν ανεπανόρθωτα τον αισθητικό χαρακτήρα του τοπίου και ζημιώνουν έναν από τους κύριους λόγους ύπαρξής του: την δυνατότητα των κατοίκων του Λεκανοπεδίου να περπατήσουν στο Δάσος.

Όσον αφορά την κατάληψη του χώρου από τον κόμβο, αυτή γίνεται σε νευραλγικό σημείο του Αισθητικού Δάσους όπου και διχοτομείται το οικοσύστημα. Η έννοια «ισοζύγιο πρασίνου» που τόσο χρησιμοποιούσε το πρώην ΥΠΕΧΩΔΕ , δεν υφίσταται  καθώς δεν υπάρχει τέτοιου είδους ρύθμιση για το πράσινο (όπως υπάρχει για τους ρύπους σύμφωνα με τις οδηγίες του Κιότο). Αποψιλώνοντας ένα πυκνό τμήμα του δάσους το οποίο είναι ένα οικοσύστημα καταργείται η ιδιότητά του ως ενιαίο σύνολο και το μέγεθος της ζημιάς δεν αποκαθίσταται φυτεύοντας τα πρανή του αυτοκινητοδρόμου. Οι φυτεύσεις που θα πραγματοποιηθούν δεν αποτελούν ενιαίο σύνολο, δάσος και δεν συντηρούν ζωή. Η πυκνή φύτευση δέντρων που επισημαίνεται στην μελέτη ότι θα πραγματοποιηθεί στην περιοχή του κόμβου Σακέτα και κατά μήκος της οριογραμμής του οικιστικού ιστού στις περιοχές Βύρωνα, Ηλιούπολης και Αργυρούπολης, καθίσταται ανέφικτη άνωθεν έργων «Cut and Cover» λόγω του μικρού πάχους του αποκαθιστώμενου εδαφικού καλύμματος το οποίο δεν μπορεί να συντηρήσει υψηλό πράσινο (δέντρα).

Οι τροποποιήσεις που έγιναν δεν είναι ουσιαστικές καθώς, λαμβάνοντας υπόψη την έκταση και το μέγεθος των τεχνικών έργων που θα γίνουν, οι μετατοπίσεις και οι αποστάσεις όπως φαίνονται και στις νέες οριζοντιογραφίες είναι τέτοιες που οι επιπτώσεις τους σε πολιτιστικά αγαθά (την Ιερά Μονή Καισαριανής, τη βασιλική του Αγίου Μάρκου, τον Ταξιάρχη, την Ιερά Μονή Αστερίου, τον Άγιο Γεώργιο Κουταλά και τον Άγιο Ιωάννη Πρόδρομο) καθώς και στο προστατευμένο ως Αισθητικό Δάσος περιβάλλοντα χώρο τους, είναι εμφανείς και θα προξενήσουν ανεπανόρθωτες βλάβες και υποβάθμιση του χώρου.

Από πολλά σημεία της ΜΠΕ προκύπτει ότι το έργο θα οδηγήσει σε επιδείνωση του περιβάλλοντος της περιοχής. Ενδεικτικά, όπως αναφέρεται στην περιβαλλοντική μελέτη του έργου (ΜΠΕ):

« ...Οι σημαντικότερες επιπτώσεις στο τοπίο αφορούν στη διαμόρφωση του σύνθετου κόμβου Σακέτα (Βύρωνας)και στη διαμόρφωση του Μετωπικού Σταθμού Διοδίων ( Ηλιούπολη) ...»

« ...Ιδιαιτέρως σημαντικές αναμένεται να είναι οι επιπτώσεις από την κατασκευή του έργου στην περιοχή του αισθητικού δάσους Καισαριανής εντός του οποίου προτείνεται η κατασκευή του Α/Κ Σακέτα, μέρος του επιφανειακού τμήματος της ΝΔΠΛΥ ...Οι επιπτώσεις που θα προκληθούν από την κατασκευή του Α/Κ Σακέτα και της εισόδου της σήραγγας Υμηττού στα πευκοδάση που φύονται στην εν λόγω περιοχή του Υμηττού, αναμένεται να είναι ιδιαιτέρως σημαντικές και μη αναστρέψιμες..

Εδώ είναι ολοφάνερη η ζημιά που πρόκειται να προκληθεί. Και στη συνέχεια αναφέρεται: « ...εντός της περιοχής του Α/ΚΣακέτα εκτιμάται ότι φύονται συνολικά περί τα 3800 δέντρα και υψηλόκορμοι θάμνοι. Για την κατασκευή του κόμβου θα απαιτηθεί η αποψίλωση της υφιστάμενης φυσικής βλάστησης ...»

Και συνεχίζει:

« ...Στον κόμβο Σακέτα, όπως και στην περιοχή διαμόρφωσης του Σταθμού Διοδίων ( Αγ. Μαύρα Ηλιούπολης), το τοπίο είναι κυματοειδές ως κρημνώδες, εμφανίζει τραχιά υφή, μουντό χρώμα, χαρακτηριζόμενο από περιορισμένη ποικιλία χρωμάτων παρόμοιων τόνων σε αρμονία μεταξύ τους και μέτρια ως περιορισμένη φυσικότητα, δηλαδή είναι κυρίως φυσικό αλλά με μικρή έως σημαντική ανθρώπινη επίδραση ορατή. Στα υπέργεια αυτά τμήματα του δρόμου, υλοποιούνται μεγάλης κλίμακας επιχώματα οποία θα είναι ορατά από τις περιοχές Βύρωνα, Αλίμου, Ηλιούπολης, Αργυρούπολης ...»

Τέλος, γίνεται η παραδοχή από την ΜΠΕ ότι :

« ...Η παρουσία του μελετώμενου οδικού άξονα με χαρακτηριστικά κλειστού αυτοκινητοδρόμου, δρα ως ένας άξονας παρεμπόδισης της απρόσκοπτης οικολογικής λειτουργίας της πανίδας και ιδιαίτερα της ορνιθοπανίδας ...Η διακοπή της ελεύθερης επικοινωνίας των ζώων αποτελεί αρνητική επίπτωση στα είδη της πανίδας κατά τη λειτουργία του έργου ...Ακόμα, από τις σημαντικότερες, θα είναι ο κατακερματισμός των οικοσυστημάτων, ενώ έμμεσες επιπτώσεις στα οικοσυστήματα, την χλωρίδα και την πανίδα προκαλούνται από την ατμοσφαιρική ρύπανση και το θόρυβο ...» Η ηχορύπανση και η ατμοσφαιρική ρύπανση φαίνονται ξεκάθαρα από τα σχήματα 7.10.15 και 7.10.16 (επιβάρυνση της ατμόσφαιρας από διασπορά ρύπων λόγω λειτουργίας του έργου) και από τις ισοθορυβικές καμπύλες (ηχορύπανση) για τη λειτουργία του έργου στην παραπάνω περιοχή.

Παρατηρούμε ότι η διάνοιξη του δρόμου και τα συνοδά έργα θα προκαλέσουν άμεσες και σοβαρές επιπτώσεις στο Αισθητικό δάσος οι κύριες των οποίων συνοπτικά είναι:

  • Οριστική καταστροφή του δάσους στα τμήματα απ’όπου θα διέλθει η ζώνη κατάληψης του δρόμου (κατάστρωμα και κράσπεδα κεντρικού άξονα και παρακαμπτηρίων οδών).
  •  Οριστική καταστροφή μιας αμιγούς επιφάνειας πυκνού δάσους στην περιοχή Αγ.Γεωργίου Κουταλά (όπου θα κατασκευαστεί ο Α/Κ Σακέτα).
  • Κατακερματισμό του δάσους από τη διάσπαση της ενότητάς του.
  • Αποκοπή τμήματος του δάσους από τη διέλευση του δρόμου (λόγω της γραμμικής φύσης του έργου).
  • Έντονη αλλαγή της φυσιογραφίας της περιοχής από την κατασκευή γεφυρών, επιχωμάτων και ορυγμάτων.
  • Έντονη αλλαγή του χαρακτήρα του δάσους σε ευρύτερα της ζώνης κατάληψης του έργου επίπεδα από την εισβολή τεχνητών στοιχείων στην περιοχή. Οι γέφυρες και το σύμπλεγμα του ανισόπεδου κόμβου είναι δομικά στοιχεία ορατά από την ευρύτερη περιοχή του δάσους. που αποτελεί χώρο αναψυχής εκτός των άλλων και για τη φυσικότητά του.
  • Μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στην πανίδα του δάσους.
  • Ανεπανόρθωτη βλάβη πολιτιστικών αγαθών, όπως του μνημείου της Ιεράς Μονής Καισαριανής, τη βασιλική του Αγίου Μάρκου, τον Ταξιάρχη, την Ιερά Μονή Αστερίου, τον Άγιο Γεώργιο Κουταλά και τον Άγιο Ιωάννη Πρόδρομο.

Όσον αφορά το όφελος από την κατασκευή και τη λειτουργία της οδού η ΜΠΕ δεν πείθει. Η συγκοινωνιακή μελέτη στηρίζεται σε δεδομένα μετακίνησης των δεκαετιών 1960,1970 (μελέτη Σμιθ, μελέτη Δοξιάδη) και συνεπώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιστημονικά τεκμηριωμένη με τα σύγχρονα κυκλοφοριακά και συγκοινωνιακά δεδομένα . Έπρεπε  να τεθούν υπόψην και να αναλυθούν τα νέα κυκλοφοριακά και συγκοινωνιακά δεδομένα (νέες οικιστικές πιέσεις, Μετρό κλπ), οι απαιτήσεις βελτίωσης του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής των κατοίκων της Αττικής (αύξηση του διαθέσιμου πρασίνου σε m2 ανά κάτοικο, αύξηση των ελεύθερων διαθέσιμων χώρων, αποφυγή περαιτέρω αύξησης των σκληρών επιφανειών, μείωση της ρύπανσης, μείωση του θορύβου, ελεύθερη πρόσβαση και ανάπλαση του θαλασσίου μετώπου, ενθάρρυνση διατήρησης γεωργικών και κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων και χρήσεων γης) και να δοθεί μια ολοκληρωμένη λύση με προοπτική τουλάχιστον 20 ετών.

Τούτο προϋποθέτει, κατ’ ελάχιστον, πρώτα την εκπόνηση και έγκριση ενός συγχρόνου Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αττικής και κατόπιν την εκπόνηση μελετών και δημοπράτηση έργων που θα το υλοποιούν. Στην προκείμενη περίπτωση δημιουργείται τετελεσμένο, που ουσιαστικά ως σχήμα πρωθύστερο υπαγορεύει δεδομένα στο υπό διαμόρφωση Ρυθμιστικό. Οι τυχόν γραφειοκρατικής φύσεως υπηρεσιακές εγκρίσεις που δόθηκαν ή θέλει δοθούν για το έργο δεν αναιρούν σε καμία περίπτωση την ανακολουθία που δημιουργείται. Εδώ θα συμφωνήσουμε με την δήλωση της Υπουργού Περιβάλλοντος  κας Τίνας Μπιρμπίλη ότι «δεν μπορεί οι κυκλοφοριακοί όγκοι να καθορίζουν τους οδικούς άξονες και οι οδικοί άξονες να καθορίζουν τις επεκτάσεις της πόλης».

Στα πλαίσια αυτά θα έπρεπε να εξετάζονται εναλλακτικές συγκοινωνιακές λύσεις και παραλλαγές, σε σχέση με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και να προτείνεται τεκμηριωμένα η βέλτιστη λύση, η οποία θα ικανοποιούσε οικονομικοτεχνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια και θα εξασφάλιζε τη μικρότερη όχληση. Αντί αυτού η Μ.Π.Ε. δεν αναλύει και δεν τεκμηριώνει την προτεινόμενη λύση, αλλά λαμβάνοντας τη λύση ως δεδομένη εξετάζει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από αυτή.

Από την Μ.Π.Ε. τεκμαίρεται ότι η συγκοινωνιακή μελέτη των νέων οδικών αξόνων υποδεικνύει το έτος 2020 ως ορίζοντα κορεσμού τους. Με εκτιμώμενο χρόνο κατακύρωσης της σύμβασης κατασκευής το πέρας 2009 και τετραετή περίοδο κατασκευής, το έργο θα μεταλλάξει μόνιμα την Αττική με μόνον κέρδος την υποτιθέμενη από τους Μελετητές αποσυμφόρηση για επτά (7) χρόνια.

Το έργο αυτό προωθεί την αυτοκίνηση έναντι της χρήσης των προγραμματισμένων σταθμών μέσων σταθερής τροχιάς. Η ενθάρρυνση της αυτοκίνησης επιφέρει καταστροφή των ελεύθερων χώρων και κυκλοφοριακή επιβάρυνση των πόλεων. Η δημιουργία νέων αυτοκινητοδρόμων δεν λύνει το πρόβλημα της συνεχώς αυξανόμενης ιδιωτικής αυτοκίνησης, αλλά αντίθετα αναπαράγει τα πρόβλημα σε μεγαλύτερο βαθμό. Γι’ αυτό οι νέοι αυτοκινητόδρομοι που προτείνονται είναι έργα χωρίς προοπτική, μάλιστα όταν χαράζονται σε περιοχές δασικές (αφού η Μ.Π.Ε. προβλέπει σχετικές άρσεις αναδασώσεων) ή αγροτικές.

Τέλος, θα θέλαμε να κάνουμε κάποιες τελευταίες παρατηρήσεις όσον αφορά την ΜΠΕ:

  • Στην παράγραφο 8.1.1 αναφέρεται σωστά ότι θα πρέπει να διαχωριστεί το γόνιμο ανώτερο εδαφικό στρώμα και να αποτεθεί σε σωρούς, χωρίς να προβλέπεται η διαδικασία ελέγχου της εργασίας αυτής και η έγκαιρη εξεύρεση του χώρου απόθεσης. Με δεδομένο ότι στον Υμηττό με την συγκεκριμένη μορφολογία εδάφους απαγορεύονται οι αποθέσεις, θα έπρεπε να υπάρχει στην ΜΠΕ συγκεκριμένη πρόταση προσωρινών αποθεσιοθαλάμων αποκλειστικά για την χρήση αυτή, λαμβάνοντας υπόψη το ιδιαίτερο κόστος που προκαλούν όλες οι πλάγιες μεταφορές στην συνολική δαπάνη ενός έργου.
  • Στην παράγραφο 8.4.1 αναφέρεται ότι ειδικό τοπογραφικό συνεργείο θα οριοθετήσει «..τις εκτάσεις στις οποίες θα αποψιλωθεί η υφιστάμενη βλάστηση, και ότι αυτές θα πρέπει να περιοριστούν στις απολύτως αναγκαίες» χωρίς να γίνεται ιδιαίτερη αναφορά με ποια επιστημονική γνώση τα μέλη ενός τοπογραφικού συνεργείου από μόνα τους θα αξιολογήσουν την περιβαλλοντική αξία του είδους της βλάστησης μιας περιοχής.
  • Προτείνεται επίσης η άμεση φύτευση των πρανών επιχωμάτων και ορυγμάτων χωρίς να λαμβάνεται μέριμνα για την εκ των προτέρων απαιτούμενη ολοκλήρωση των δικτύων άρδευσης. Επειδή αφενός δεν είναι δυνατόν να έχει ολοκληρωθεί το αρδευτικό δίκτυο κατά την φάση της τμηματικής ολοκλήρωσης των εκσκαφών και των επιχώσεων, και αφετέρου πιθανώς η εποχή ολοκλήρωσης να μην είναι κατάλληλη για φύτευση, θα έπρεπε να προτείνεται η λήψη των κατάλληλων μέτρων προστασίας από την επιφανειακή διάβρωση. Επίσης επιστημονικά ατεκμηρίωτη είναι και η πρόταση για φύτευση μεγάλων δένδρων στο πάνω μέρος των πρανών.
  • Αναφέρεται ότι «φυτεύσεις θα διενεργηθούν επίσης στον Υμηττό στη ζώνη που αναφέρεται στη Μ.Π.Ε. και σε έκταση τουλάχιστον 5500 στρεμμάτων. Οι φυτεύσεις θα πρέπει να ξεκινήσουν αμέσως μετά την υπογραφή της σύμβασης Παραχώρησης και πριν από την έναρξη οποιονδήποτε άλλων εργασιών. Θα γίνει με κατάλληλα είδη δένδρων μετά από ειδική φυτοτεχνική μελέτη η οποία θα εγκριθεί και από το Δασαρχείο Πεντέλης. Ο ελάχιστος φυτευτικός σύνδεσμος θα είναι 3x3m και θα φυτευτούν δένδρα τουλάχιστο ύψους 2m την στιγμή της φύτευσής τους. O ανάδοχος θα πρέπει να φροντίσει για την άρδευση των επιφανειών και τη συντήρηση της βλάστησης (κλάδεμα, λίπανση, υποστήριξη κλπ) τουλάχιστον για 3 έτη. Μετά το πέρας των 3 ετών θα πρέπει να μπορεί να αποδειχθεί (με δειγματοληπτικές επιφάνειες, αεροφωτογραφίες κλπ) ότι έχουν φυτευτεί τουλάχιστον 200.000 δένδρα στις εν λόγω περιοχές».

Δεν αναφέρεται όμως:

α) πώς είναι χρονικά εφικτό να αρχίσουν αμέσως μετά την υπογραφή της σύμβασης οι εργασίες φύτευσης από την στιγμή που η υποβολή και έγκριση της σχετικής μελέτης θα απαιτήσει ένα διάστημα έστω και λίγων μηνών; και

β) πώς είναι δυνατόν να εξασφαλίσει ο ανάδοχος την άρδευση των επιφανειών όταν δεν θα έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες υποδομής (αρδευτικό δίκτυο);

Προφανώς η δικαιολογημένη άγνοια της διαδικασίας για την εξασφάλιση της επιτυχίας των φυτεύσεων οδήγησε τους μελετητές, λόγω της μη συμμετοχής γεωτεχνικού στην ομάδα μελέτης, στην πρόταση αυτή, η οποία είναι εντυπωσιακή από την άποψη του άμεσου ενδιαφέροντος για έργα αποκατάστασης αλλά τεχνικά ανέφικτη.

  • Στο τμήμα της ΜΠΕ με τίτλο «Προτεινόμενες προδιαγραφές φύτευσης» γίνεται αναφορά στην αντιμετώπιση της διάβρωσης των πρανών. Είναι εμφανές όμως ότι πρόκειται για βιβλιογραφική αντιγραφή και συρραφή προτάσεων, οι οποίες συμπεριληφθήκαν στο κείμενο, και οι οποίες, ενώ είναι προς την σωστή κατεύθυνση, προκαλούν σύγχυση λόγω της προφανούς άγνοιας των μελετητών (απουσία εξειδικευμένου γεωτεχνικού) σε παρόμοια θέματα. Για τους ίδιους λόγους, σύγχυση προκαλούν και οι αναφορές για την μέθοδο της σποράς στις φυτοτεχνικές εργασίες, με ασαφείς και ατεκμηρίωτες οδηγίες καθώς και η χρήση του αδόκιμου όρου «μέθοδος φύτευσης με υδροσπορά».
  • Αναφέρεται στην παράγραφο 8.1.1 ότι «για τα πρανή των ορυγμάτων με σημαντική εκτεθειμένη επιφάνεια και μεγάλες κλίσεις, πρέπει να επιλέγεται κάποιος τρόπος γρήγορης ανάπτυξης βλάστησης με εδαφοκαλυπτικά είδη». Είναι δυσνόητο τι ακριβώς εννοεί, σε ποια πρανή αναφέρεται (γαιώδη, βραχώδη, μεγάλης έκτασης, μεγάλου ύψους) και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του προτεινόμενου τρόπου.
  • Μέτρα προστασίας από την επιφανειακή διάβρωση πριν την φύτευση δεν προβλέπονται ούτε και στην παράγραφο 8.2.1, όπου φαίνεται ότι αρκεί η προτροπή για μικρό χρόνο μεταξύ εκσκαφής ή επίχωσης και φύτευσης. Η αποσπασματική αναφορά στο τέλος της παραγράφου για «κάλυψη των επί μακρόν εκτεθειμένων επιφανειών για προστασία από την διάβρωση  με διάφορα υλικά» και «κατασκευή χαμηλών μικροφραγμάτων με κατάλληλα υλικά» δεν προτείνει ουσιαστικά λύση στο πρόβλημα, διότι είναι υπερβολικά ελλιπής ως προς την τεχνική περιγραφή του τρόπου αντιμετώπισης του προβλήματος.
  • Στην παράγραφο 8.3 αναφέρεται ότι «απαιτείται η επένδυση των πρανών των επιχωμάτων, με φυτική γη πάχους τουλάχιστον 30 εκ. και η προστασία της γης αυτής από τυχόν διάβρωση και απομάκρυνσή της, για τουλάχιστον 1 χρόνο μετά την ολοκλήρωση του έργου». Γίνεται επίσης στο σημείο αυτό έμμεση αναφορά για εργασίες προστασίας από την διάβρωση με μεγάλη διάρκεια συντήρησής τους σε αντίθεση με τα αναφερόμενα σε άλλα κεφάλαια ή παραγράφους για άμεση φύτευση. Τελικά δεν γίνεται αντιληπτό τι είναι αυτό που υιοθετεί και προτείνει στο σημείο αυτό η ομάδα μελέτης.

Οι κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου είναι ανεκτίμητος πλούτος για τα αστικά κέντρα της χώρας ειδικά τώρα που παγκόσμια προτεραιότητα είναι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και του αφανισμού της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων. Με δεδομένο ότι σε κάθε κάτοικο της Αθήνας αναλογούν μόνο 2-3 τετραγωνικά μέτρα πρασίνου, το χαμηλότερο ποσοστό στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ανάγκη προστασίας των λίγων κοινόχρηστων χώρων πρασίνου που έχουν απομείνει θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως επείγουσα προτεραιότητα. Δυστυχώς όμως, αυτές οι πράσινες γωνιές όλων των μεγάλων πόλεων της Ελλάδας αντιμετωπίζονται μάλλον σαν υποψήφιοι χώροι φιλοξενίας μικρών και μεγάλων κατασκευών, εμπορικών δραστηριοτήτων ή σαν σκουπιδότοποι, παρά ως αναντικατάστατοι περιβαλλοντικοί πόροι και τόποι αναψυχής και ξεκούρασης των πολιτών. Ο Υμηττός είναι ένας από τους τελευταίους πνεύμονες πρασίνου της Αττικής και τα οικοσυστήματά του πρέπει να προστατευτούν.